Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

ΧΑΜΟΓΕΛΑ ΡΕ, ΑΥΤΟ ΜΑΣ ΖΗΤΗΣΕ


Πως να  μιλησεις με λογια συντεταγμενα και νωπα, οταν μολις εμαθες για την απωλεια ενος ανθρωπου που παντα ηθελες-για δικους σου λογους-να αποκαλεις δασκαλο. 

Με τι λογια να περιγραψεις μια πλουσια προσωπικοτητα που στις ρυτιδες του προσωπου του εμαθες να διακρινεις τις ρωγμες της νεωτερης ιστοριας, των παθων ενος ολοκληρου λαου, την ιστορια μιας ιδεας.

Πως να τονισεις λεξεις και φρασεις, οταν ενας κομπος στη ψυχη και τη σκεψη , αδυνατει να δωσει ρυθμο στα συναισθηματα που θες να εκφρασεις.

Ποσα χρονια περασαν , ποσα βραδυα, προσπαθωντας να κατανοησεις και να διδαχτεις σελιδες βιβλιων , που με μια αναπνοη γραφτηκαν και με μιση αναπνοη διαβαστηκαν. 

Πριν τον συναντησω, ενα τιποτα περιφεροταν στο μυαλο μου και μια ταμπελα ιδεολογικης προσηλωσης τοποθετημενη στο πετο μου

Οταν τον γνωρισα, με διαγραφη απειλησα τον εαυτο μου απο αυτα που συνηθιζα να λεω πως ειμαι. Διαγραφη απο συλλογικοτητες και μαζωξεις αδιαφορων και φερελπιδων ηγετισκων που συνηθιζαν να επαναστατουν δια λογου απο τον καναπε της χρονιας υπνηλιας τους και της φιλοδοξης αεργιας τους. Εξ αιτιας του, ξαναδιαβασα την ιστορια, ξανακοιταξα στα ματια αγνωστους ηρωες ενος πολυ προσωπικου πολεμου που η ιστορια τους εταξε το κενο περιθωριο, αγνοησα τους μεγαλους τιτλους και τις επωμιδες των φανταχτερων ηρωων. Απο εκεινον, εμαθα να σιωπω.

Το βιογραφικο του, θα το συνατησεις πολυ ευκολα. Εκεινον μπορουσες πολυ δυσκολα. Αν θες, κανε τον κοπο να διαβασεις τον αδομητο καταιγισμο των νοηματων του. Ναι, οπως το πα, με μιση ανασα, θα τον προλαβεις.


Εγω, προς το παρον, θα βγω μια βολτα στο δικο μου περιβολι. Καποτε μου εμαθε τη σιωπη και απο εκει ξεπηδησε στο μυαλο μου το Βουβο Κινημα. Τωρα, πιστος σε αυτα που στον καθενα μας εδειξε, θα βγω να τον ευχαριστησω που χωρις να το ξερει , με εκανε τη σιωπη μου να κανω βολτα, αναμεσα στα φρεσκοφυτεμενα κηπευτικα μου, εδω σε μιαν αγνωστη επαρχια. Ο ιδιος, βλεπεις, απο καιρο ειχε αφησει το Κλειδι, ακριβως εκει, Κατω απο το Γερανι. Και τωρα που το βρηκα, Εκείνος, ο Χρόνης Μίσσιος, έφυγε, για μενα, Νωρις.

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012

στην Ελλάδα, ποιός θα σωθεί;




Ένα Βουβό Κίνημα που σέβεται τον εαυτό του, κανονικά θα έπρεπε να κρατά το στόμα του κλειστό περιμένοντας,  τι άραγε; Την αφύπνιση των πολιτών; Την έκρηξη τους; Τον ξεσηκωμό του λαικού παράγοντα; Την αντίδραση των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων; Την ευαισθησία των χρηματοοικονομικών συμφερόντων; Την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών; Την (αυτο-) περιθωριοποίηση των φασιστικών νοσταλγών; Τι; Και ποιος είπε ότι οι σιωπηλοί  άνθρωποι δεν αποτελούν πληθυσμιακό κομμάτι όλων των παραπάνω που συναντάται σε κάθε έκφραση κοινωνικής πραγματικότητας. Και που συνάντησε κανείς ένα Βουβό Κίνημα να διαδηλώνει συμπαγές κατά της ζοφερής πραγματικότητας; Πολύ απλά, πουθενά. Η σιωπή σκορπίστηκε στα στενά της οικονομικής  κρίσης κι έγινε βουή που ενστερνίζεται αλλά και συμπαρασύρεται από κάθε είδους υπόσχεση, ακρότητα, φανατισμό, εφησυχασμό, κάθε φαινόμενο και χαρακτηριστικό που βολοδέρνει στις λεωφόρους της κοινωνικής κρίσης και απαξίας.

Με τύψεις ή χωρίς , με συνειδησιακές ενοχές ή όχι, με ενστικτώδη κίνητρο ή άοκνο φιλότιμο, μεταβήκαμε από την φάση του εμβρόντητου  τηλε-θεατή των εξωφρενικών πεπραγμένων , στην θέση του περιπατητή απεργού και συχνά διαδηλωτή που επιχειρεί δικαίως να εκτονώσει την προσωπική του στάση για να επανέλθει ¨αναγκασμένος¨  την επομένη,  στο δρόμο μιας επιβίωσης που δεν πηγαίνει πουθενά πιο μακρυά από την ρύθμιση των τραπεζικών οφειλών του και την τακτοποίηση των δημοσιονομικών του υποχρεώσεων που γεννά το τεκμήριο των παιδιών του.

Η κατάσταση δικαιολογεί ακραία μέτρα. Κάθε άνθρωπος έγινε νούμερο, αριθμός συγκεκριμένος,  που πρέπει να παράγει όχι προϊόν αλλά άλλα νούμερα, άλλους αριθμούς, έτσι ώστε κι αυτοί να ενωθούν με τους άλλους ευρωπαϊκούς αυτή τη φορά  αριθμούς και να γίνουν δείκτες, αριθμοί δηλαδή.  Θυσία στους αριθμούς αυτούς , άλλοι αριθμοί, άλλοι δείκτες, άλλα νούμερα. Αυτός είναι ο αριθμητής. Ο παρανομαστής μηδενικός. Μηδαμινή υγεία και παιδεία, ανύπαρκτα δικαιώματα, καμία πρόνοια, καμιά εργασία, ανίσχυρη διοίκηση , ελλιπής ενημέρωση, απαξιωμένη δικαιοσύνη και άρα με επίκαιρους όρους, μηδενική ανάκαμψη, ανάπτυξη , εξέλιξη, μηδενικό δηλαδή αποτέλεσμα. 

Όλα αυτά δεν μπορούσαν και πως θα μπορούσε άραγε,  να αποκρουστούν από 48ωρες απεργίες, διαδηλώσεις στων κουφών τη πόρτα, συνδικαλιστικές ρητορείες , δημοσιογραφικές συλλήψεις , συλλογή υπογραφών και ο,τι άλλο κρύβει στη φαρέτρα του κάθε έντιμος ή υποκριτής εκφραστής μαζικών ή ατομικών αντιδράσεων. Η κατάσταση δικαιολογεί ακραία μέσα. Και τα ακραία μέσα προϋποθέτουν ή απαιτούν ακραίους ανθρώπους.

Η παρούσα αναφορά δεν έχει τη δύναμη για ένα προσκλητήριο επί των όπλων. Ούτε βάζει σε κόπο (ειδικά μετά και τις μισθολογικές τους μειώσεις)  κάποια αρμόδια κατασταλτική αρχή για δράση στα πλαίσια του αυτοφώρου. Άλλωστε, σε μια τέτοια περίπτωση θα έπρεπε πρώτα να συλληφθούν και να τιμωρηθούν παραδειγματικά, όσοι με τις επιλογές τους επιταχύνουν τα ακραία μέσα και διαμορφώνουν με μαθηματική μάλιστα ακρίβεια και σύντομη προοπτική ακραίους ανθρώπους. Κι ακόμη, ασχέτως προβλέψεων, μελετών, προσκλητήριων, απειλών ή κάθε άλλου μέσου, οι πεινασμένοι που δεν έχουν τίποτα να χάσουν , οδηγούνται με ιστορική προσήλωση στο δρόμο της εξέγερσης και ταπεινά φοβάμαι όχι με τους θεμιτούς από την θεωρία και ιστορία της κοινωνικής εξέγερσης , εκφραστές και ηγήτορες.



Ακραία πλέον, φαντάζει η συμπεριφορά που ξεφεύγει από την δύναμη του συνηθισμένου. Που παραιτείται από τις άεργες διεκδικήσεις ενός παραδοσιακού τρόπου ζωής κι εργασίας κι επιχειρεί να συναντήσει αυτό που θα του εξασφαλίσει τροφή μέσα από την πνευματική και σωματική χειραφέτηση. Που δραπετεύει , για παράδειγμα, από το αστικό περιβάλλον των αριθμών (που λέγαμε) και κρύβεται στα βουνά και τα λαγκάδια των προγόνων μας. Που κλείνει τις οθόνες της μαζικής παραπλάνησης για να ακούσει τους ήχους της φύσης ή να διαβάσει το βιβλίο της καρδιάς του. Που κοπιάζει για να ζεσταθεί και δεν κοιτά ανήμπορος το κουμπί του καλοριφερ που δεν μπορεί να ανάψει. Που καλλιεργεί τα λαχανικά στο κήπο του μέσα στις λάσπες και δεν νοιάζεται για την αγοραία  τιμή της πατάτας. Που μαζεύεται με φίλους δίπλα στη ξυλόσομπα και δεν στεναχωριέται που δεν μπορεί πλέον να συνωστίζεται με αγνώστους στο στέκι που ανδρώθηκε. Που δεν θεωρεί το πτυχίο του  τίτλο ευγενείας και αποκλειστικό εισιτήριο επιβίωσης. Ακραία δηλαδή, είναι πλέον η συμπεριφορά που εκφράζει την βιωματική αντίδραση ενός λογικού και συναισθηματικού μέσου όρου που ώριμα και συνειδητά δεν καταναλώνει ανόητες κραυγές ως μέσο διαφυγής από τα δεσμά των αριθμών, αλλά απελευθερώνεται από αυτούς, εφευρίσκοντας νέα όπλα.  Ποια είναι αυτά, δεν μπορεί να ξέρει κανείς , στο μεταβατικό αυτό στάδιο. Για αρχή, η επίγνωση των αληθινών ανθρωπίνων αναγκών, η συνειδητοποίηση των αξιών που αυτονόητα οφείλουν να διέπουν την κοινωνία και η αναζήτηση αλληλέγγυων συμμάχων είναι που θα φέρουν πιο κοντά τον προσωπικό ή συλλογικό στόχο. Αρκεί να μην καθυστερούμε άλλο  προσκολλημένοι σε  παραδοσιακές μορφές πάλης που άγνωστο γιατί (ή μήπως όχι) δεν έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα.