Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

ΧΑΜΟΓΕΛΑ ΡΕ, ΑΥΤΟ ΜΑΣ ΖΗΤΗΣΕ


Πως να  μιλησεις με λογια συντεταγμενα και νωπα, οταν μολις εμαθες για την απωλεια ενος ανθρωπου που παντα ηθελες-για δικους σου λογους-να αποκαλεις δασκαλο. 

Με τι λογια να περιγραψεις μια πλουσια προσωπικοτητα που στις ρυτιδες του προσωπου του εμαθες να διακρινεις τις ρωγμες της νεωτερης ιστοριας, των παθων ενος ολοκληρου λαου, την ιστορια μιας ιδεας.

Πως να τονισεις λεξεις και φρασεις, οταν ενας κομπος στη ψυχη και τη σκεψη , αδυνατει να δωσει ρυθμο στα συναισθηματα που θες να εκφρασεις.

Ποσα χρονια περασαν , ποσα βραδυα, προσπαθωντας να κατανοησεις και να διδαχτεις σελιδες βιβλιων , που με μια αναπνοη γραφτηκαν και με μιση αναπνοη διαβαστηκαν. 

Πριν τον συναντησω, ενα τιποτα περιφεροταν στο μυαλο μου και μια ταμπελα ιδεολογικης προσηλωσης τοποθετημενη στο πετο μου

Οταν τον γνωρισα, με διαγραφη απειλησα τον εαυτο μου απο αυτα που συνηθιζα να λεω πως ειμαι. Διαγραφη απο συλλογικοτητες και μαζωξεις αδιαφορων και φερελπιδων ηγετισκων που συνηθιζαν να επαναστατουν δια λογου απο τον καναπε της χρονιας υπνηλιας τους και της φιλοδοξης αεργιας τους. Εξ αιτιας του, ξαναδιαβασα την ιστορια, ξανακοιταξα στα ματια αγνωστους ηρωες ενος πολυ προσωπικου πολεμου που η ιστορια τους εταξε το κενο περιθωριο, αγνοησα τους μεγαλους τιτλους και τις επωμιδες των φανταχτερων ηρωων. Απο εκεινον, εμαθα να σιωπω.

Το βιογραφικο του, θα το συνατησεις πολυ ευκολα. Εκεινον μπορουσες πολυ δυσκολα. Αν θες, κανε τον κοπο να διαβασεις τον αδομητο καταιγισμο των νοηματων του. Ναι, οπως το πα, με μιση ανασα, θα τον προλαβεις.


Εγω, προς το παρον, θα βγω μια βολτα στο δικο μου περιβολι. Καποτε μου εμαθε τη σιωπη και απο εκει ξεπηδησε στο μυαλο μου το Βουβο Κινημα. Τωρα, πιστος σε αυτα που στον καθενα μας εδειξε, θα βγω να τον ευχαριστησω που χωρις να το ξερει , με εκανε τη σιωπη μου να κανω βολτα, αναμεσα στα φρεσκοφυτεμενα κηπευτικα μου, εδω σε μιαν αγνωστη επαρχια. Ο ιδιος, βλεπεις, απο καιρο ειχε αφησει το Κλειδι, ακριβως εκει, Κατω απο το Γερανι. Και τωρα που το βρηκα, Εκείνος, ο Χρόνης Μίσσιος, έφυγε, για μενα, Νωρις.

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012

στην Ελλάδα, ποιός θα σωθεί;




Ένα Βουβό Κίνημα που σέβεται τον εαυτό του, κανονικά θα έπρεπε να κρατά το στόμα του κλειστό περιμένοντας,  τι άραγε; Την αφύπνιση των πολιτών; Την έκρηξη τους; Τον ξεσηκωμό του λαικού παράγοντα; Την αντίδραση των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων; Την ευαισθησία των χρηματοοικονομικών συμφερόντων; Την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών; Την (αυτο-) περιθωριοποίηση των φασιστικών νοσταλγών; Τι; Και ποιος είπε ότι οι σιωπηλοί  άνθρωποι δεν αποτελούν πληθυσμιακό κομμάτι όλων των παραπάνω που συναντάται σε κάθε έκφραση κοινωνικής πραγματικότητας. Και που συνάντησε κανείς ένα Βουβό Κίνημα να διαδηλώνει συμπαγές κατά της ζοφερής πραγματικότητας; Πολύ απλά, πουθενά. Η σιωπή σκορπίστηκε στα στενά της οικονομικής  κρίσης κι έγινε βουή που ενστερνίζεται αλλά και συμπαρασύρεται από κάθε είδους υπόσχεση, ακρότητα, φανατισμό, εφησυχασμό, κάθε φαινόμενο και χαρακτηριστικό που βολοδέρνει στις λεωφόρους της κοινωνικής κρίσης και απαξίας.

Με τύψεις ή χωρίς , με συνειδησιακές ενοχές ή όχι, με ενστικτώδη κίνητρο ή άοκνο φιλότιμο, μεταβήκαμε από την φάση του εμβρόντητου  τηλε-θεατή των εξωφρενικών πεπραγμένων , στην θέση του περιπατητή απεργού και συχνά διαδηλωτή που επιχειρεί δικαίως να εκτονώσει την προσωπική του στάση για να επανέλθει ¨αναγκασμένος¨  την επομένη,  στο δρόμο μιας επιβίωσης που δεν πηγαίνει πουθενά πιο μακρυά από την ρύθμιση των τραπεζικών οφειλών του και την τακτοποίηση των δημοσιονομικών του υποχρεώσεων που γεννά το τεκμήριο των παιδιών του.

Η κατάσταση δικαιολογεί ακραία μέτρα. Κάθε άνθρωπος έγινε νούμερο, αριθμός συγκεκριμένος,  που πρέπει να παράγει όχι προϊόν αλλά άλλα νούμερα, άλλους αριθμούς, έτσι ώστε κι αυτοί να ενωθούν με τους άλλους ευρωπαϊκούς αυτή τη φορά  αριθμούς και να γίνουν δείκτες, αριθμοί δηλαδή.  Θυσία στους αριθμούς αυτούς , άλλοι αριθμοί, άλλοι δείκτες, άλλα νούμερα. Αυτός είναι ο αριθμητής. Ο παρανομαστής μηδενικός. Μηδαμινή υγεία και παιδεία, ανύπαρκτα δικαιώματα, καμία πρόνοια, καμιά εργασία, ανίσχυρη διοίκηση , ελλιπής ενημέρωση, απαξιωμένη δικαιοσύνη και άρα με επίκαιρους όρους, μηδενική ανάκαμψη, ανάπτυξη , εξέλιξη, μηδενικό δηλαδή αποτέλεσμα. 

Όλα αυτά δεν μπορούσαν και πως θα μπορούσε άραγε,  να αποκρουστούν από 48ωρες απεργίες, διαδηλώσεις στων κουφών τη πόρτα, συνδικαλιστικές ρητορείες , δημοσιογραφικές συλλήψεις , συλλογή υπογραφών και ο,τι άλλο κρύβει στη φαρέτρα του κάθε έντιμος ή υποκριτής εκφραστής μαζικών ή ατομικών αντιδράσεων. Η κατάσταση δικαιολογεί ακραία μέσα. Και τα ακραία μέσα προϋποθέτουν ή απαιτούν ακραίους ανθρώπους.

Η παρούσα αναφορά δεν έχει τη δύναμη για ένα προσκλητήριο επί των όπλων. Ούτε βάζει σε κόπο (ειδικά μετά και τις μισθολογικές τους μειώσεις)  κάποια αρμόδια κατασταλτική αρχή για δράση στα πλαίσια του αυτοφώρου. Άλλωστε, σε μια τέτοια περίπτωση θα έπρεπε πρώτα να συλληφθούν και να τιμωρηθούν παραδειγματικά, όσοι με τις επιλογές τους επιταχύνουν τα ακραία μέσα και διαμορφώνουν με μαθηματική μάλιστα ακρίβεια και σύντομη προοπτική ακραίους ανθρώπους. Κι ακόμη, ασχέτως προβλέψεων, μελετών, προσκλητήριων, απειλών ή κάθε άλλου μέσου, οι πεινασμένοι που δεν έχουν τίποτα να χάσουν , οδηγούνται με ιστορική προσήλωση στο δρόμο της εξέγερσης και ταπεινά φοβάμαι όχι με τους θεμιτούς από την θεωρία και ιστορία της κοινωνικής εξέγερσης , εκφραστές και ηγήτορες.



Ακραία πλέον, φαντάζει η συμπεριφορά που ξεφεύγει από την δύναμη του συνηθισμένου. Που παραιτείται από τις άεργες διεκδικήσεις ενός παραδοσιακού τρόπου ζωής κι εργασίας κι επιχειρεί να συναντήσει αυτό που θα του εξασφαλίσει τροφή μέσα από την πνευματική και σωματική χειραφέτηση. Που δραπετεύει , για παράδειγμα, από το αστικό περιβάλλον των αριθμών (που λέγαμε) και κρύβεται στα βουνά και τα λαγκάδια των προγόνων μας. Που κλείνει τις οθόνες της μαζικής παραπλάνησης για να ακούσει τους ήχους της φύσης ή να διαβάσει το βιβλίο της καρδιάς του. Που κοπιάζει για να ζεσταθεί και δεν κοιτά ανήμπορος το κουμπί του καλοριφερ που δεν μπορεί να ανάψει. Που καλλιεργεί τα λαχανικά στο κήπο του μέσα στις λάσπες και δεν νοιάζεται για την αγοραία  τιμή της πατάτας. Που μαζεύεται με φίλους δίπλα στη ξυλόσομπα και δεν στεναχωριέται που δεν μπορεί πλέον να συνωστίζεται με αγνώστους στο στέκι που ανδρώθηκε. Που δεν θεωρεί το πτυχίο του  τίτλο ευγενείας και αποκλειστικό εισιτήριο επιβίωσης. Ακραία δηλαδή, είναι πλέον η συμπεριφορά που εκφράζει την βιωματική αντίδραση ενός λογικού και συναισθηματικού μέσου όρου που ώριμα και συνειδητά δεν καταναλώνει ανόητες κραυγές ως μέσο διαφυγής από τα δεσμά των αριθμών, αλλά απελευθερώνεται από αυτούς, εφευρίσκοντας νέα όπλα.  Ποια είναι αυτά, δεν μπορεί να ξέρει κανείς , στο μεταβατικό αυτό στάδιο. Για αρχή, η επίγνωση των αληθινών ανθρωπίνων αναγκών, η συνειδητοποίηση των αξιών που αυτονόητα οφείλουν να διέπουν την κοινωνία και η αναζήτηση αλληλέγγυων συμμάχων είναι που θα φέρουν πιο κοντά τον προσωπικό ή συλλογικό στόχο. Αρκεί να μην καθυστερούμε άλλο  προσκολλημένοι σε  παραδοσιακές μορφές πάλης που άγνωστο γιατί (ή μήπως όχι) δεν έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα. 

Δευτέρα 13 Αυγούστου 2012

άλλα ΤΑ ΜΠΑΝΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ κι άλλα ΤΗΣ ΚΟΥΚΟΥΒΑΓΙΑΣ*




* τίτλος, έτσι, δίχως νόημα, από μια αφορμή ανόητη.


Παραφράζοντας την λαική αυτή παροιμία, μου ήρθαν στο μυαλό τα χρόνια εκείνα που μια παρέα φοιτητών με τις ασήμαντες δυνάμεις τους προσπαθούσαν να θέσουν την έχουσα σήμερα κοινοβουλευτική αλλά και κοινωνική εκπροσώπηση ¨χρυσή αυγή¨ εκτός νόμου και που ταυτόχρονα ο τότε πρύτανης τους, μέλος σήμερα της κοινοβουλευτικής δύναμης της τρίτης κυβερνητικής συνιστώσας, προσπαθούσε να εξηγήσει την έλευση του φαινομένου της κοινωνίας των 2/3.

Τα χρόνια απο τότε δεν πέρασαν και πολύ. Τα πράγματα όμως άλλαξαν όχι απλά πολύ, αλλά ραγδαία. Η ¨χρυσή αυγή¨ με αναπτυσσόμενη κοινωνική επιρροή πρωταγωνιστεί πλέον στην καθημερινότητα μας , ενώ και οι τότε ειδικοί των επερχόμενων κοινωνικών περιθωρίων, διαχειρίζονται τις αιτίες που τα γεννούν και με μαθηματική ακρίβεια τα διευρύνουν , είτε ενεργητικά, είτε παθητικά, στο βαθμό πάντα της εξουσιαστικής επιρροής τους.

Το σχήμα αυτό που σαν παράδειγμα προσπαθεί -απλοικά ίσως- να εξηγήσει την μετάλλαξη κάποιων κοινωνικών δεδομένων, αναγκαία, οδηγεί σε σκέψεις και προβληματισμούς για το αν η ¨μετάλλαξη¨ αυτή υπακούει σε υπερφυσικές ή υπερκοινωνικές διαδικασίες, ή απλά αντικατοπτρίζει την μεταλλάξή μας σε όντα κοινωνικής ανωμαλίας. Κι επειδή, βαθύτερη ανάλυση, δεν έχουμε την κατάρτιση για να προσεγγίσουμε, (αφήστε που έχει υπερβολική ζέστη), αρκεί για τα όποια συμπεράσματα, μια ματιά γύρω μας, στις παραλίες και τα τουριστικά θέρετρα.
Μεσούσης αφενός της οικονομικής κρίσης και της κοινωνικής δοκιμασίας κι ενώ οι κάλπες ήδη ανέδειξαν αυτό που ανέδειξαν κι αφετέρου στην καρδιά του καλοκαιριού, φαντάζει ιστορική ανάμνηση , οτιδήποτε προηγήθηκε τα δυο τελευταία χρόνια. Διαδηλώσεις και απεργίες, κινήματα και καταστολή, συνιστώσες και συνισταμένοι μάζεψαν φαίνεται τα κουβαδάκια τους και οδηγήθηκαν σε παραλίες λησμονιάς κι ανεμελιάς. Με το ένα χέρι κατειλλημένο απο το μοντέρνο Ι κινητο και το άλλο βρεγμένο απο την υγρασία ενός ποτηριού φρέντο, καθηλωμένοι στις ομπρέλες της κοινής θέας, απολαμβάνουν τις ήσυχες μέρες του Αυγούστου, ξεσπαθώνοντας με αλκοόλ σε ξύλινα χορευτικά πατάρια ξέφρενων ρυθμών, που καθόλου διαδηλωτικοί δεν ακούγονται.

Οχι όλοι, φυσικά, θα ισχυριστεί κάποιος. Ούτε ένας όμως, ούτε δύο. Αλήθεια, όλοι αυτοί οι περισσότεροι του ενός, πού ψωνίζουν τη διάθεση, το χρόνο, το χρήμα , το χώρο, την άνεση, την δυνατότητα, για μια ζωή που μόνο σε σήριαλ εύκολης ανάλωσης συναντά κανείς; Κι αν πράγματι, όλοι αυτοί είναι μειοψηφία της κοινωνικής ολότητας, η πλειοψηφία που ακριβώς περνά τον χρόνο της, τώρα που τα πεζοδρόμια έχουν σιγήσει; Γιατί εδώ ακριβώς που βρήσκομαι άνθρωπο άλλο δεν συναντώ, παρά μόνο εκείνους με τα πρησμένα πόδια απο την καυτή άμμο και τις ολονύχτιες εξορμήσεις, που τα μάτια τους κρύβουν με μεγάλα τρέντυ γυαλιά ηλίου και με ένα διαφανές άσπρο ριχτάρι προσπαθούν να καλύψουν όσα περίτεχνα τα μαύρα μαγιώ άφησαν απ έξω. Κι αν ακόμη μπορούσαν να επιβεβαιωθούν οι προσωπικές μου στατιστικές για την νεανικότητα τούτων των ξέφρενων ταξιδευτών, απο ποιό αλήθεια βαλάντιο προκύπτει το εισητήριο της καλοκαιρινής ευδαιμονίας; Εκτός πια κι αν στον τόπο μου κατέληξαν συνενοημένα όλα τα παιδιά κι ανήψια διοικητών των ΔΕΚΟ, ή οργανώθηκε εκδρομή της μη κυβερνητικής οργάνωσης ¨μαζί τα φάγαμε¨.

Αναφαίρετο σίγουρα το δικαίωμα στην διασκέδαση και την ηλιοθεραπεία ακόμη και σε εποχές οικονομικής ανέχειας. Λογικό υπόλοιπο της μαθηματικής αφαίρεσης , η μειοψηφία (αν πράγματι είναι τέτοια) που ξέρει να διευρύνει την χαρά στα σκέλια της, παρά την κοινωνική πίεση. Εξ ίσου τότε λογική και συνακόλουθη και η ανοχή σε ¨χρυσά¨ πολιτικά φαινόμενα κοινωνικού συνωστισμού που ολοένα και γιγαντώνονται, όπως και η συμμετοχή άλλοτε θεωρητικών του επικριτισμού, σε διαχειριστικές κυβερνητικές συνιστώσες. Πολύ απλά, το οτι η κοινωνία σήμερα βρήσκεται σε τόση μεγάλη αντίφαση κι αντίθεση, το οτι η παθογένεια της είναι ικανή να παράγει οτιδήποτε, ακόμη και πέρα απο κάθε φαντασία, τίποτα δεν είναι ικανό να προκαλέσει εντύπωση ή να θεωρηθεί εξωπραγματικό. Το πολύ-πολύ, όσοι έμειναν απο την παλιά εκείνη παρέα φοιτητών , να παρακολουθούν απο απόσταση λουόμενους καταμεσίς του καλοκαιριού, όπως η κουκουβάγια καταμεσήμερο. Με τα μάτια ορθάνοιχτα και στο βάθος τίποτα.

Κι αν κάποιος απο την παρέα αυτή απορήσει τι αλήθεια θα προκύψει απο την νεοελληνική αυτή παράσταση ψευδαισθήσεων, τι εναλλακτικό μπορεί να ξεπηδήσει απο ένα ποτήρι παγωμένο καφέ, ή πως το σύστημα μπορεί να ανατραπεί απο εκείνα τα ελάχιστα του τριγώνου μαγιώ, ας μην βιαστεί να κατηγορήσει τον εαυτό του για συντηρητισμό , αλλά να θυμηθεί πως ο κόσμος αυτός ποτέ του δεν άλλαξε απο εκείνους που μπορούσαν να τον αλλάξουν ή δήλωσαν πως θα τον αλλάξουν, αλλά απο εκείνους που αναγκάστηκαν να το πράξουν.








Τετάρτη 16 Μαΐου 2012

ο ¨ΚΑΛΟΣ¨, ο ¨ΚΑΚΟΣ¨ ΚΑΙ Η ΑΣΧΗΜΗ (ΑΡΙΣΤΕΡΑ)


Οι τελευταίες πολιτικές και μετεκλογικές εξελίξεις με κοινό παρανομαστή το μνημόνιο και την εποχή του ,  απέδειξαν  για ακόμη μια φορά την δυστοκία της Αριστεράς στην Ελλάδα, όχι τόσο να μετεξελιχθεί σε ένα συμπαγές κυβερνητικό σχήμα, όσο να μιλήσει την δύσκολη αυτή ώρα την αλήθεια των προθέσεων και των επιλογών της, όσο αυτά βέβαια και σε όποιο βαθμό υπάρχουν. Το μεγάλο δηλαδή στοίχημα της αριστεράς, δεν χάθηκε (ακόμη) γιατί απέτυχε να συνεννοηθεί σε μια κυβερνητική επιλογή, αλλά γιατί νωχελικά διστάζει να μιλήσει ελεύθερα και αποδεδειγμένα για την προοπτική του λαού στις συμπληγάδες της κρίσης, ελληνικής κι ευρωπαϊκής.   

Αναμφισβήτητα, μέσα από την ¨μνημονιακή¨ δοκιμασία ολόκληρης της κοινωνίας , απεδείχθη, πως η αριστερά για ακόμη μια φορά, δεν έπεισε. Κι αν ακόμη στις ημέρες μας, το εξουσιαστικό σύμπλεγμα του δικομματισμού και της  κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας, ηττήθηκαν από τις δικές του-πολύ φοβάμαι-επιλογές και όχι από την ισχυρή και μεθοδική ανταπάντηση της αριστεράς  , αυτή τη φορά –σίγουρα- φοβάμαι πως η επιστροφή στους άκαρπους παραγοντισμούς, στην εσωστρέφεια και το κατακερματισμό, σημεία ενός παλαιολιθικού αριστερού τρόπου σκέψης, θα είναι δεδομένη καθιστώντας  την αριστερά μέρος της πολιτικής κρίσης ενός συστήματος με τραγικά αδιέξοδα και στρεβλώσεις, όταν μάλιστα η ίδια  θα έπρεπε να αποτελεί δύναμη εξόδου από τη κρίση και οραματισμού της κοινωνίας και όχι εύκολο αποκούμπι πολιτικών και εκλογικών αδιεξόδων.  Πολύ απλά, είναι πιθανό να της  χρεωθεί για δεύτερη και πολύ σύντομη φορά , η αδυναμία διακυβέρνησης της χώρας, χωρίς η ίδια να έχει διατυπώσει ένα έστω κι απλό επιχείρημα γιατί κάτι τέτοιο είναι λιγότερο κακό από την διακυβέρνηση με τους ίδιους δικομματικούς μεταπολιτευτικούς όρους. 

Όπως διαφάνηκε το τελευταίο διάστημα, η  ¨καλή¨ λύση του Φώτη Κουβέλη, η ¨κακή¨ προοπτική  του Αλέξη Τσίπρα κα η ¨άσχημη¨  μονομέρεια της Αλέκας Παπαρήγα,  αποτέλεσαν τους όρους ενός συστημικού παιχνιδιού χωρίς ουσιαστικό πολιτικό περιεχόμενο, χρεώθηκαν πλήρως  την αποτυχία ενός ήδη αποτυχημένου συστήματος διακυβέρνησης , παρασύρθηκαν σε άστοχους παραγοντισμούς , αποφεύγοντας στην ουσία να μιλήσουν για την αυτονόητη αγωνία της κοινωνίας για την προοπτική της στην δεδομένη αυτή συγκυρία. Χωρίς δηλαδή να εξαντληθούν στα εξουσιαστικά και κυβερνητικά διλήμματα, με την ίδια μεθοδικότητα θα όφειλαν να μεταφέρουν το πολιτικό και κοινωνικό ενδιαφέρον στην επόμενη μέρα και χωρίς άναρθρες κραυγές και σκόρπιες σκέψεις, χωρίς μισόλογα κα υπεκφυγές,  να επικεντρωθούν στην ενημέρωση της κοινωνίας  με σκοπό την σταδιακή συνδιαμόρφωση μιας εναλλακτικής πρότασης ή προοπτικής σε περίπτωση που ο κοινός τόπος τους , αυτός της ¨καταγγελίας¨ του μνημονίου,  αποτύγχανε  εξαιτίας της απροθυμίας του ευρωπαϊκού παράγοντα να την δεχθεί.    Αντί αυτού, αποσπασματικές δηλώσεις στελεχών και μη στελεχών περί ευρώ ή δραχμής, μονοθειστικές αντιλήψεις περί του απόλυτου καλού και απουσία οποιασδήποτε προσπάθειας διαμόρφωσης ενός σχεδίου ουσιαστικής ενημέρωσης των πολιτών για τις αμιδρά διαφαινόμενες ευκαιρίες μιας νέας αφετηρίας της ελληνικής οικονομίας  ασχέτως νομίσματος, βύθισαν ακόμη πιο πολύ την κοινωνία στο σκότος της άγνοιας ,  της ανασφάλειας και του άγονου προβληματισμού.

Σε λιγότερο από ένα μήνα , η αριστερά στο σύνολό της καλείται να απαντήσει σε κρίσιμα ερωτήματα και να σταθεί απέναντι στις ευθύνες της. Τα ερωτήματα αυτά δεν έχουν να κάνουν- κι αυτό πρέπει να το αντιληφθούν τα στελέχη της άμεσα-  με το πώς και με ποιους θα κυβερνηθεί ο τόπος, αλλά ποια η προοπτική του. Η συζήτηση , σοβαρή , μεθοδική κι εμπεριστατωμένη, με την συμβολή ανθρώπων με επιστημονική αυτάρκεια, οφείλει να ξεπεράσει το εκλογικό διακύβευμα και δίλημμα της 6ης Μαίου, αυτό της απλής και με όποιες λέξεις καταγγελίας του μνημονίου, αλλά να προχωρήσει ένα ακόμη  βήμα:  Μετά ή χωρίς το μνημόνιο, τι;   Στο ερώτημα αυτό, η αριστερά στο σύνολό της, με ειλικρίνεια και θάρρος, χωρίς τον φόβο της επιστροφής στα μονοψήφια ποσοστά, οφείλει να τοποθετηθεί και αν κρίνει πως είναι συμφέρον ή ορατό το ενδεχόμενο εξόδου ακόμη κι από  το κοινό ευρωπαικό νόμισμα, να έχει το θάρρος αφενός να το πει  κι αφετέρου να διατυπώσει ένα τέτοιο πρόγραμμα διαχείρισης ώστε αυτό που προς  το παρόν υπονοεί (και το ΚΚΕ εννοεί) να μπορεί να το εκφράσει, να το σχεδιάσει και αν το αποφασίσει ο ελληνικός λαός, να το υλοποιήσει. Με τέτοιο τρόπο ώστε ακόμη κι αν κάτι τέτοιο συμβεί αναπόφευκτα ή μη ηθελημένα,  να μην οδηγήσει σε ακραία εκφυλιστικά κοινωνικά φαινόμενα, συμπαρασύροντας και την ίδια  στον γκρεμό , αλλά να οδηγήσει  την κοινωνία στην επόμενη μέρα με σχέδιο και προοπτική


Σε κάθε άλλη  περίπτωση, αν επιμείνει σε όρους καταγγελίας του μνημονίου χωρίς να ξεπεράσει τα πλαίσιο που μέχρι τώρα διαμόρφωσε κι επιδοκιμάστηκε γι αυτό και να προχωρήσει στο επόμενο βήμα,  είναι καταδικασμένη να αποτύχει και τότε η υπεροψία, η αλαζονεία , η αδιαλλαξία και η ατολμία της είτε θα επιτρέψει την αναβίωση του αποτυχημένου διπόλου , είτε θα ανεχθεί την  στροφή της κοινωνίας προς ακροδεξιές νοοτροπίες και ίσως πρακτικές. Δεν υπάρχει λοιπόν περιθώριο για την αριστερά εδώ που έφθασαν τα πράγματα , παρά μόνο να ξεπεράσει πάση θυσία την κακή, την άσχημη αλλά ακόμη και την καλή πλευρά της. 

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

περι ΠΕΤΡΕΛΑΙΩΝ κι αλλων ΔΑΙΜΟΝΙΩΝ






Το τελευταίο διάστημα , ιδιαίτερα δε μετά την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, περισσεύουν  τα  διλήμματα ¨ανάπτυξη¨ ή ¨καταστροφή¨ από όλο το φάσμα του πολιτικού και οικονομικού κόσμου, αποφεύγοντας όσοι τα θέτουν να αναφερθούν το ίδιο πειστικά για τους όρους και τις προϋποθέσεις της μίας ή άλλης εκδοχής, για το κόστος αυτών στην κοινωνία και τους ανθρώπους, ενώ όλο και παγιώνεται μια σκληρή αντίληψη οικονομικών μεγεθών , που πάντα ως παρανομαστή θέτει το κέρδος της ανάπτυξης χωρίς ανάλογα ¨ανθρώπινα¨ και ¨περιβαλλοντικά ¨ ποιοτικά οφέλη.

Στον κυκεώνα της θεωρίας αυτής,  χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις, αναλύσεις και ενημερώσεις, εσχάτως ενεπλάκη και η Κεφαλονιά, που συνολικά με άλλες περιοχές του Ιονίου αρχιπελάγους, εντάσσεται σε ένα σχέδιο ¨ανάπτυξης¨ τόσο σημαντικής για την Ελλάδα,  που με όρους ¨πετρελαϊκής ευημερίας¨ , ανατολικής εμπνεύσεως, θα επιφέρει στη χώρα ¨αμέτρητα¨ οφέλη  και θα την οδηγήσει σε δρόμους Παλιγγενεσίας. Είναι όμως έτσι; Κι αν ναι, ποιο το ανθρώπινο, το κοινωνικό , το περιβαλλοντικό , το συνολικό, εν πάση  περιπτώσει , τοπικό κόστος για το νησί μας αλλά και την ευρύτερη περιοχή του Ιονίου, για να μπορέσει η Ελλάδα  να παραμείνει μια δυτικοπρεπής  Ψωροκώσταινα , έστω και με όρους ανατολικής αξιοποίησης;

Στα ερωτήματα αυτά με βεβαιότητα κανείς δεν μπορεί να απαντήσει. Κι εδώ ακριβώς είναι το πρόβλημα. Γιατί ακόμη για μια φορά, παρά τις όποιες πρόχειρες και πρόωρες ¨εφησυχαστικές¨ παρεμβάσεις των αρμοδίων φορέων , τις επισκέψεις τους, συνοδεία τηλεοπτικών καμερών  σε ερευνητικά κέντρα (κέντρο θαλασσίων ερευνών) και τις υποσχέσεις (όσο αξιόπιστες κρίνονται αυτές) ότι θα τηρηθούν οι σωστές διαδικασίες, προκαλεί εύλογη απορία πώς είναι δυνατόν να προκηρύσσονται πρώτα οι όροι των γεωλογικών ερευνών  , να ετοιμάζονται οι διαγωνισμοί, να ορίζονται  τα οικόπεδα , να γνωρίζουν τους πετρελαϊκούς ομίλους και για όλα τα υπόλοιπα που αφορούν άμεσα τον τόπο και τους ανθρώπους, να αφήνονται  σε ¨δεσμεύσεις¨ υπευθύνων και μελέτες που ακόμη δεν έχουν ανατεθεί, δεν γνωρίζουν τα αποτελέσματά τους , άρα και την σπουδαιότητά τους. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν σε εποχή κρίσης , προφανώς (υπάρχουν άλλωστε τόσα παραδείγματα) προέχει η λογική του κέρδους και των κρατικών εσόδων και όχι μια άλλη λογική υπευθυνότητας και σοβαρότητας, με γνώμονα το κοινό συμφέρον που επεκτείνεται χρονικά σε γενιές πέραν της σημερινής. 

Με πιο απλά λόγια δηλαδή, ποιο τίμημα είναι αυτό-κι αν φυσικά υπάρχει- που πρέπει να πληρώσουν οι σημερινές τοπικές  κοινωνίες των νησιών μας και τα παιδιά τους, για να μπορέσουν να εξασφαλισθούν έσοδα για τον κρατικό κορβανά; Και πόσο αξιόπιστες και βάσιμες είναι οι δεσμεύσεις που ακούστηκαν και οι υποσχέσεις που θα έρθουν, αφενός όταν ακούγονται από χείλη εκπροσώπων ενός συστήματος που μας έφεραν σε αυτή τη κατάσταση κι αφετέρου σε εποχές που οτιδήποτε αντιστέκεται σε λογικές άμεσης κερδοφορίας , στην καλύτερη των περιπτώσεων δεν θα δει καν το φως της δημοσιότητας; Κι αν τέλος οι κάθε λογής εφησυχασμοί έναντι τόσων επιμέρους κοινωνικών και περιβαλλοντολογικών προβληματισμών, έχουν ρεαλιστική  βάση, τι νόημα έχουν τα πολλά υποσχόμενα αντισταθμιστικά οφέλη που άλλοτε προσφέρονται, λεκτικά προς το παρόν, απλόχερα και άλλοτε αποτελούν την κύρια επιλογή πολιτικής και διεκδικήσεων των πολιτικών και ίσως αργότερα κάποιων επιχειρηματικών ταγών των νησιών μας και άρα και της Κεφαλονιάς;

Ο βασικός προβληματισμός που πρέπει να επικρατήσει , εάν ποτέ ξεκινήσει μια ουσιαστική και όχι επιφανειακή συζήτηση για το θέμα των κοιτασμάτων του Ιονίου που αφορά άμεσα και την Κεφαλονιά κι αν φυσικά λόγω της συγκυρίας που απαιτεί νοοτροπίες fast truck δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος για αυτό, έχει διττό περιεχόμενο. Από την μια,  τεράστια είναι η σημασία των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε μια ¨παρθένα¨ για τέτοιου είδους φυσική λεηλασία περιοχή και από την άλλη η αλλαγή του προσανατολισμού της τοπικής οικονομίας και κοινωνίας , που από την τουριστική και αγροτοκτηνοτροφική διαμόρφωση θα πρέπει να περάσει ταχύτατα και άρα βίαια σε έναν  άλλου είδους προσανατολισμό. Χωρίς βέβαια να στερείται σημασίας ο ρόλος των λεγόμενων αντισταθμιστικών κινήτρων και ποια θα είναι αυτά. 

Χωρίς μέχρι σήμερα να έχει γίνει οποιαδήποτε σοβαρή προσέγγιση με ανιδιοτελή, μη στρατευμένα και ανεξάρτητα επιστημονικά εργαλεία, προφανώς και δεν μπορεί να προκύψει κανένα σοβαρό επιχείρημα. Ωστόσο η διεθνής εμπειρία αποδεικνύει ότι οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι που συνδέονται με την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν προκύπτουν μόνο από πιθανό ατύχημα στην περιοχή της πετρελαιοπηγής. Σε όλη την παραγωγική διαδικασία (έρευνα, ανόρυξη ερευνητικής γεώτρησης, παραγωγή, επεξεργασία, αποθήκευση, μεταφορά) μπορούν να διαπιστωθούν περιστατικά ρύπανσης, είτε λόγω παράνομων απορρίψεων και ατυχημάτων είτε κατά τις συνηθισμένες λειτουργικές διαδικασίες. Με αυτόν τρόπο καταλήγει στο περιβάλλον μια μεγάλη γκάμα ουσιών, από απορρίμματα, πετρελαιοειδή, μεθάνιο, βαρέα μέταλλα, ραδιενεργές ουσίες κ.α., που οδηγούν στην υποβάθμισή του και ενέχουν κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και τη γενικότερη κοινωνική και οικονομική ευημερία -δύο συνιστώσες που ως γνωστόν συνδέονται άμεσα με τις θαλάσσιες και παράκτιες δραστηριότητες.

Εξ άλλου οι πολύπλευρες δυσμενείς επιπτώσεις που συνδέονται με τις εξορυκτικές δραστηριότητες, ο πεπερασμένος χαρακτήρας των ορυκτών καυσίμων και η ανάγκη για να υπάρξει άμεσα κατάλληλος σχεδιασμός για τη σταδιακή απεξάρτηση από αυτά, αλλά και τα οφέλη που απορρέουν από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού, καταπολέμηση κλιματικών αλλαγών, θέσεις εργασίας), δεν μπορούν πια να αγνοούνται χάριν του συνηθισμένου  κέρδους . Ούτε φυσικά οι επιπτώσεις τους σε άλλους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας , όπως για παράδειγμα ο τουρισμός , που απο τη φήμη και μόνο της ύπαρξης δεξαμενών άντλησης υδατανθράκων, λειτουργεί αποκρουστικά για κάθε σοβαρό διεθνές τουριστικό γραφείο.

Παράλληλα, όταν για χρόνια το δόγμα της όποιας τοπικής ανάπτυξης είχε ως πυλώνες την αγροτο – κτηνοτροφία, την ιχθυοτροφεία και τον τουρισμό, όταν δεκάδες πολίτες του νησιού επένδυσαν κόπο και χρήμα σε προσωπικά επιχειρηματικά οράματα ή απόθεσαν την αγωνία της επιβίωσης τους και το μέλλον των παιδιών τους στους συγκεκριμένους τομείς της τοπικής οικονομίας , όταν το ίδιο το κράτος μέσω επιχορηγήσεων και άλλων κινήτρων ώθησε τους ανθρώπους αυτούς προς την συγκεκριμένη δραστηριότητα,  πως είναι δυνατόν τώρα , με όσα και όποια αντισταθμίσματα τους υποσχεθούν και τους δοθούν , να πρέπει να χαραμίσουν αυτό που έμαθαν καλά και με αξιοπρέπεια να κάνουν, προκειμένου να συμβαδίσουν με το πετρελαϊκό ρεύμα της εποχής. Κι αν αντίλογος σε αυτό είναι ότι δεν θα υπάρξει καμία επίπτωση στην υπάρχουσα οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα και ότι μια πετρελαιοπηγή μερικά μίλια ανοικτά της Κεφαλονιάς σαφέστατα δεν επηρεάζει την κτηνοτροφία στη Φάλαρη ή μια μονάδα ενοικιαζόμενων δωματίων στην Αγ. Ευφημία, εκ του πονηρού δεν αναφέρεται η αυτονόητη μείωση του εισαγόμενου τουρισμού που ανοικτά της Κεφαλλονίτικης ακτογραμμής θα αντικρίζει μια πετρελαιοπηγή ή θα διαβάζει σε τουριστικούς οδηγούς για αυτήν και η μείωση της αξίας των ντόπιων προϊόντων που σε κάθε περίπτωση άλλη είναι τώρα και άλλη θα είναι όταν στην ανάβαση του Αίνου, πίσω απο τα αιγοπρόβατα που βόσκουν,  ως φόντο θα στέκει μια ¨καπνισμένη¨δεξαμενή άντλησης πετρελαίου. 

Σε ο, τι έχει να κάνει τέλος με τα αντισταθμιστικά οφέλη και για τα οποία όταν αυτά σχηματοποιηθούν θα επανέλθουμε, η πολλά υποσχόμενη απορρόφηση εργατικού δυναμικού μάλλον ως πρωταπριλιάτικο αστείο φαντάζει, καθώς οι συγκεκριμένες μονάδες όλων των πετρελαϊκών κολοσσών, απασχολούν εξειδικευμένους επιστήμονες και τεχνικούς και οι μόνοι ¨απαραίτητοι¨ εργάτες ίσως να απορροφηθούν σε εργασίες …ματσακονισμού των δεξαμενών. Ομοίως, η προσφάτως διατυπωθείσα αξίωση των τοπικών αρχόντων του νησιού με στόχο την διεκδίκηση ποσοστού  των εσόδων για ανταποδοτικά έργα  Κεφαλονιάς-Ιθάκης, μάλλον ως πρόχειρο αποκούμπι μιας ενδεχόμενης τοπικής αντίδρασης φαντάζει, καθώς απο τη στιγμή που δεν υπάρχει η συγκεκριμένη ποσοστιαία πρόβλεψη των συνεπειών των εξορύξεων, η διεκδίκηση ποσοστού των εσόδων είναι εντελώς αόριστη και άστοχη, λειτουργεί περισσότερο επικοινωνιακά παρά ουσιαστικά και πιθανόν το ποσοστό που διεκδικείται να μην αρκεί καν να καλύψει τις αρχικές επιπτώσεις όχι των ίδιων των εξορύξεων όταν αυτές ξεκινήσουν, αλλά της φήμης τους και της επίπτωσής της στις ερχόμενες τουριστικές σεζόν.

Είναι περίπου βέβαιο , όπως προκύπτει επιπροσθέτως και απο την προσέγγιση όλων των ανωτέρω, ότι το μέλλον της οικονομικής κρίσης αγνοείται, όπως και η τύχη της. Ίσως η απάντηση γι αυτήν, βρίσκεται στην ερώτηση τι ανάπτυξη επιθυμούμε. Εκείνη που θα μας φέρει για λογαριασμό διεθνών κολοσσών διακομιστές απαρχαιωμένων μορφών ενέργειας στην βόρεια Ευρώπη με εργασιακούς και κοινωνικούς όρους βαθιάς ανατολής  ή μιας ανάπτυξης με όρους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς, φιλική στον άνθρωπο και την ποιότητα ζωής; Eπιδίωξή μας είναι  η ευρύτερη περιοχή μας αλλά και η ίδια η Κεφαλονιά να φημίζεται για αυτό που πραγματικά είναι και παράγει ή να ¨διαφημίζεται¨ για τον αριθμό των βαρελιών που αντλούνται από θαλάσσια οικόπεδα που μπορεί καν να μην της ανήκουν, όταν την ίδια στιγμή τα νησιά των Κυκλάδων θα πρωταγωνιστούν σε μια πρωτοφανή τουριστική έκρηξη λόγω της πιθανής  ¨συναλλαγματικής¨ διαφοράς με άλλους τουριστικούς προορισμούς εντός ή εκτός ευρώ; Κι ακόμη, το ίδιο το κράτος, που πρόσφατα υποσχέθηκε την ¨πράσινη ανάπτυξη¨ και που θα μπορούσε οφέλιμα να την επιτύχει,  με ποια λογική ανέχεται ανιστόρητα, τα γεωτρύπανα της ανάπτυξης που θα επιφέρουν έστω κάποια αύξηση στα δημόσια έσοδα μέσω της φορολογίας των ξένων ομίλων που θα θησαυρίσουν, να βυθίσουν σε υποθαλάσσιες μαύρες τρύπες την μοναδικότητα της χώρας και τον φυσικό της πλούτο που υπο άλλες συνθήκες εθνικής  ανεξαρτησίας θα αποτελούσε την λύση του οικονομικού προβλήματος; 

Οι επικείμενες εκλογές , είναι μια καλή ευκαιρία να αναδείξουν όλα εκείνα τα ζητήματα που απαιτούν άμεση προσέγγιση. Ολοι εκείνοι που θα ζητήσουν την ψήφο των πολιτών της Κεφαλονιάς και της Ιθάκης, οφείλουν έναντι του τόπου που θα εκτεθούν και των κατοίκων του να φέρουν σε πρώτη προτεραιότητα τα θέματα αυτά και να γνωρίζουν την ευθύνη που αναλαμβάνουν.  Κι όλοι εμείς, αφού διεκδικήσουμε την πλήρη και ουσιαστική ενημέρωση και αποφασίσουμε στη συνέχεια για το πως πλέον θέλουμε να ζήσουμε , πρέπει να είμαστε έτοιμοι. Έτοιμοι έτσι ώστε με όσο ζήλο οι θιασώτες της οικονομικής ανάπτυξης, εργάζονται για την διάσωση του συμφέροντός τους , ανάλογα όλοι εμείς να αγωνιστούμε για την δική μας διάσωση όπως και των παιδιών μας. Κι αυτή δεν χρειάζεται γεωτρύπανα , αλλά πιθανόν τύμπανα που θα αφυπνίσουν τις αληθινές παραγωγικές και ουσιαστικές αναπτυξιακές δυνάμεις του τόπου. Και αυτές είναι πολλές και είναι γύρω μας.


































Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΤΟΝ ΑΛΕΞΗ ΤΣΙΠΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΦΩΤΗ ΚΟΥΒΕΛΗ



Οι εποχές απαιτούν ωριμότητα. Οι στιγμές σοβαρότητα. Η κοινωνία, στα όρια της, υποβάλλει με τον τρόπο της, άλλοτε σιωπηλά κι άλλοτε ηχηρά μέσω δημοσκοπήσεων , ένα ξεκάθαρο αίτημα για ενότητα, συσπείρωση, αλληλεγγύη, όλων εκείνων των δυνάμεων που αντιτάχθηκαν στην λαίλαπα του μνημονίου, που δεν ευθύνονται τουλάχιστον άμεσα  για την πολυεπίπεδη κατάρρευση και διαφθορά , που προτείνουν έστω στα όρια των δυνατοτήτων τους, κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών, έναν άλλο τρόπο πολιτικής διακυβέρνησης και κοινωνικής εκπροσώπησης.

Υπό τις συνθήκες αυτές, τι νόημα έχει άραγε, η διατήρηση της τελευταίας και για πολλούς –κυρίως ανένταχτους- ανεξήγητης ακόμη  διάσπασης, της ριζοσπαστικής και δημοκρατικής αριστεράς; Ποιο χάσμα είναι εκείνο και ποιας τάξης μεγέθους που δεν αφήνει τους έως πρότινος συντρόφους , να συστρατευθούν  σε εκείνο που η κοινωνία προστάζει κι απαιτεί; Πως είναι δυνατόν να μην υπάρχει κανένα ορατό σημείο επαφής, όταν μεγάλα στρώματα της κοινωνίας βρίσκονται  στα όρια της επιβίωσης; Τι εξυπηρετεί – αν όχι εκλογικές σκοπιμότητες- η ξεχωριστή κάθοδος των δυνάμεων αυτής της αριστεράς στις επερχόμενες εκλογές, όταν η συσπείρωσή τους θα μπορούσε να αποτελέσει έναν άλλο ισχυρό εναλλακτικό πόλο στα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα;

Σίγουρα θα μπορούσε κάποιος, εκπροσωπώντας τον έναν ή τον άλλο φορέα, να διατύπωνε αρκετά επιχειρήματα κυρίως ιδεολογικού περιεχομένου  για να δικαιολογήσει την  εμμονή στην διάσπαση αυτή. Πόσο αλήθεια όμως θα ενδιέφεραν τα επιχειρήματα αυτά όσους δίνουν καθημερινά την μάχη της απλής επιβίωσης κι απαιτούν δυναμική εκπροσώπηση των τελευταίων προσδοκιών που τους απέμειναν; Και πόσο σημαντική μπορεί να είναι η οποιαδήποτε ιδεολογική ή πολιτική διαφορά ώστε να υπερτερεί της κρίσιμης αναγκαιότητας ενός κοινού μετώπου;

Οι τελευταίες πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις με κοινό παρανομαστή το μνημόνιο και την εποχή του ,  απέδειξαν  για ακόμη μια φορά ότι η δυσκολία να διαχειριστεί η ίδια η αριστερά τα πάθη της προκαλώντας νέα ιστορικά λάθη, αποτελεί πρόκριμα για ολόκληρη τη κοινωνία και την απήχηση που μπορεί να έχει στα τμήματα του πληθυσμού που υπο άλλες συνθήκες πολιτικής και κοινωνικής ωριμότητας θα έβρισκε πολιτικό καταφύγιο σε μια συμπαγή αριστερά ικανή να διαδραματίσει ισχυρό ρόλο στις σημερινές συνθήκες.

 Αναμφισβήτητα, μέσα από την ¨μνημονιακή¨ δοκιμασία ολόκληρης της κοινωνίας , απεδείχθη, πως η αριστερά για ακόμη μια φορά, κρύβοντας το κεφάλι της στην άμμο, δεν αναλαμβάνει την ιστορική της ευθύνη. Κι ακόμη, με την ανευθυνότητα και την ανοχή της , διασώζει ακόμη και τώρα το εξουσιαστικό σύμπλεγμα του δικομματισμού και της  κοινοβουλευτικής αχρωμίας, περιορίζεται σε  δημοσκοπική και αργότερα ίσως μικρο-εκλογική κερδοφορία ,  σπαταλώντας το πολιτικό της κέρδος στην εσωστρέφεια και το κατακερματισμό, σημεία ενός παλαιολιθικού αριστερού τρόπου σκέψης και καθιστά τον εαυτό της τελικά μέρος της πολιτικής κρίσης ενός συστήματος με τραγικά αδιέξοδα και στρεβλώσεις, όταν μάλιστα η ίδια  θα έπρεπε να αποτελεί δύναμη εξόδου από τη κρίση και οραματισμού της κοινωνίας και όχι εύκολο αποκούμπι πολιτικών και εκλογικών αδιεξόδων. Κι ακόμη, υπεροπτική, αλαζονική  και  αδιάλλακτη, αδιάφορη για τις κοινωνικές συνέπειες των πολιτικών πράξεων της,  άτολμη, φοβισμένη και ανερμάτιστη , όχι μόνο δεν είναι συσπειρωμένη και συμπαγής διαμορφώνοντας έντονο κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο , αλλά αντίθετα αναλώνεται  αλόγιστα κι επιπόλαια , ενισχύοντας τα κοινωνικά  ελλείμματα, τις παθογένειες του συστήματος και τις αντιδραστικές πολιτικές και κυρίως μια σαφή απολίτικη  στροφή των χαμηλών στρωμάτων της κοινωνίας που υπο συνθήκες μιας ηγετικής αριστερής παρουσίας θα αποτελούσε τη μεγάλη κοινωνική δεξαμενή της.
      
        
Σίγουρα δεν είναι η ώρα για κρίσεις , επιμερισμό ευθυνών, μακρόσυρτες συσκέψεις. Η  αναγκαιότητα της συσπείρωσης της αριστεράς στις ημέρες μας , δεν μπορεί ή δεν προλαβαίνει να αναλυθεί  σε τραπέζι συσκέψεως ή αίθουσα παραταξιακών επιτελείων, σε επιστημονικό κοινωνιολογικό συνέδριο Μαρξιστών επιστημόνων , δεν αποτελεί απότοκο  κομματικών γνωματεύσεων. Αντίθετα, δημιουργείται κάθε ημέρα  στους δρόμους και τις πορείες, στα κινήματα και τους φορείς και όσο και αν κάποιοι αδιαφόρησαν μέχρι τώρα  για τη πολιτική των δρόμων και τη δέσμευση των κινημάτων,  δεν έχουν πλέον καμία πολυτέλεια να το κάνουν. Εκτός πια κι αν ενδιαφέρονται απλά και μόνο για την περιστασιακή καταγραφή ενός ποσοστού ανόδου. Αυτό όμως απαιτούν οι συνθήκες;

Όλη αυτή η ¨μνημονιακή¨ περιπέτεια αποτελεί μια χρήσιμη κι ελπιδοφόρα στη προοπτική της αφετηρία για μια διαφορετική πορεία που δεν σταματά στις   κακοδαιμονίες της Αριστεράς και στην αυταρχική της, έναντι στη κοινωνία,  εσωστρέφεια. Κι αυτό,  οφείλει συνολικά η αριστερά να το αντιμετωπίσει. Γιατί έχει το ιστορικό χρέος  να συσπειρωθεί  με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κοινωνική απήχηση. Και αυτή μπορεί να τη συναντήσει σε χώρους που αποτελούν το ζωτικό χώρο της αριστεράς. Στην ίδια τη κοινωνία. Όχι αποκλειστικά σε κομματικές οργανώσεις μελών και φίλων , αλλά σε ολόκληρη τη ριζοσπαστική και δημοκρατική τάση της κοινωνίας. Ο στόχος αυτός  δεν αναζητείται με  παραταξιακά διαβατήρια και δηλώσεις κομματικής προσήλωσης μόνο στο καταστατικό των επιμέρους οργανώσεων , μα στους χώρους και τα μέτωπα που η ίδια η κοινωνία έχει δημιουργήσει. Άλλωστε περί μετώπου δυνάμεων της κοινωνίας πρόκειται, όχι για φοιτητική οργάνωση τριαντάχρονων επαγγελματιών της ριζοσπαστικής θεωρίας και μόνο αυτής, ούτε για μη κερδοσκοπική οργάνωση για την διάσωση του δημοκρατικού αριστερού κέντρου, από την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ.

Στην κατεύθυνση αυτή και με δεδομένη της έως πρότινος συντροφική σχέση του Αλέξη Τσίπρα και του Φώτη Κουβέλη, ένα απλό τηλεφώνημα ίσως και να αρκεί για την πρώτη συνάντηση. Ισως πάλι και να απαιτείται μια πρωτοβουλία από προσωπικότητες της αριστεράς που συνομιλούν και με τους δύο. Τρόπος υπάρχει. Όπως και χώρος. Κανείς από τους δύο δεν περισσεύει, όχι τώρα , πόσο μάλλον μετεκλογικά. Με τον Αλέξη Τσίπρα επικεφαλής της επερχόμενης νέας μεγάλης ενιαίας κοινοβουλευτικής ομάδας και τον Φώτη Κουβέλη, υποψήφιο Πρόεδρο μιας ενδεχόμενης κατόπιν μετεκλογικών ζυμώσεων εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης,  ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ θα  καταφέρει να διαμορφώσει  ένα ορμητικό κοινωνικό ζωντανό ποτάμι που θα παρασύρει ολόκληρη την κοινωνία  στην εμπνευσμένη πορεία μιας μετωπικής συνισταμένης , ενός διαφορετικού κοινωνικού αγωνιστικού  πόλου που θα αναδειχθεί σε πρωταγωνιστή των εξελίξεων, ακριβώς όπως, δεκαετίες πριν, πρωταγωνίστησε η ΕΔΑ , που επί ίσοις όροις θα μπορέσει να καλέσει και το ΚΚΕ να συμβάλει ουσιαστικά και παρά τις διαφορές τους σε αυτό που το ίδιο αποκαλεί λαϊκή αντεπίθεση.
                
Οι εκλογές είναι κοντά. Όμως έστω κι αργοπορημένα, χρόνος υπάρχει.   Ένας ¨ άλλος πόλος είναι εφικτός¨.  Δεν είναι  αργά. Ας αναλάβουν όλοι τώρα την ευθύνη και τη πρωτοβουλία και αύριο κιόλας όσοι δεν λιγοψύχησαν –κι είναι ακόμη πολλοί- ας ξαναβρεθούν στο γνωστό χώρο για το γνωστό χρέος τους έναντι της κοινωνίας. Η με αυτή την μορφή παρουσία της Αριστεράς στις επερχόμενες εκλογές , επιβάλλεται από την ίδια τη  κοινωνία, τα κινήματα, την ίδια την ιστορία .  Εκτός αν επιμείνει να ξεπεραστεί από αυτά. Τότε όμως θα αναλάβει για πάντα το κόστος. Και δυστυχώς, δεν θα είναι μόνο πολιτικό.