Τρίτη 3 Απριλίου 2012

περι ΠΕΤΡΕΛΑΙΩΝ κι αλλων ΔΑΙΜΟΝΙΩΝ






Το τελευταίο διάστημα , ιδιαίτερα δε μετά την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, περισσεύουν  τα  διλήμματα ¨ανάπτυξη¨ ή ¨καταστροφή¨ από όλο το φάσμα του πολιτικού και οικονομικού κόσμου, αποφεύγοντας όσοι τα θέτουν να αναφερθούν το ίδιο πειστικά για τους όρους και τις προϋποθέσεις της μίας ή άλλης εκδοχής, για το κόστος αυτών στην κοινωνία και τους ανθρώπους, ενώ όλο και παγιώνεται μια σκληρή αντίληψη οικονομικών μεγεθών , που πάντα ως παρανομαστή θέτει το κέρδος της ανάπτυξης χωρίς ανάλογα ¨ανθρώπινα¨ και ¨περιβαλλοντικά ¨ ποιοτικά οφέλη.

Στον κυκεώνα της θεωρίας αυτής,  χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις, αναλύσεις και ενημερώσεις, εσχάτως ενεπλάκη και η Κεφαλονιά, που συνολικά με άλλες περιοχές του Ιονίου αρχιπελάγους, εντάσσεται σε ένα σχέδιο ¨ανάπτυξης¨ τόσο σημαντικής για την Ελλάδα,  που με όρους ¨πετρελαϊκής ευημερίας¨ , ανατολικής εμπνεύσεως, θα επιφέρει στη χώρα ¨αμέτρητα¨ οφέλη  και θα την οδηγήσει σε δρόμους Παλιγγενεσίας. Είναι όμως έτσι; Κι αν ναι, ποιο το ανθρώπινο, το κοινωνικό , το περιβαλλοντικό , το συνολικό, εν πάση  περιπτώσει , τοπικό κόστος για το νησί μας αλλά και την ευρύτερη περιοχή του Ιονίου, για να μπορέσει η Ελλάδα  να παραμείνει μια δυτικοπρεπής  Ψωροκώσταινα , έστω και με όρους ανατολικής αξιοποίησης;

Στα ερωτήματα αυτά με βεβαιότητα κανείς δεν μπορεί να απαντήσει. Κι εδώ ακριβώς είναι το πρόβλημα. Γιατί ακόμη για μια φορά, παρά τις όποιες πρόχειρες και πρόωρες ¨εφησυχαστικές¨ παρεμβάσεις των αρμοδίων φορέων , τις επισκέψεις τους, συνοδεία τηλεοπτικών καμερών  σε ερευνητικά κέντρα (κέντρο θαλασσίων ερευνών) και τις υποσχέσεις (όσο αξιόπιστες κρίνονται αυτές) ότι θα τηρηθούν οι σωστές διαδικασίες, προκαλεί εύλογη απορία πώς είναι δυνατόν να προκηρύσσονται πρώτα οι όροι των γεωλογικών ερευνών  , να ετοιμάζονται οι διαγωνισμοί, να ορίζονται  τα οικόπεδα , να γνωρίζουν τους πετρελαϊκούς ομίλους και για όλα τα υπόλοιπα που αφορούν άμεσα τον τόπο και τους ανθρώπους, να αφήνονται  σε ¨δεσμεύσεις¨ υπευθύνων και μελέτες που ακόμη δεν έχουν ανατεθεί, δεν γνωρίζουν τα αποτελέσματά τους , άρα και την σπουδαιότητά τους. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν σε εποχή κρίσης , προφανώς (υπάρχουν άλλωστε τόσα παραδείγματα) προέχει η λογική του κέρδους και των κρατικών εσόδων και όχι μια άλλη λογική υπευθυνότητας και σοβαρότητας, με γνώμονα το κοινό συμφέρον που επεκτείνεται χρονικά σε γενιές πέραν της σημερινής. 

Με πιο απλά λόγια δηλαδή, ποιο τίμημα είναι αυτό-κι αν φυσικά υπάρχει- που πρέπει να πληρώσουν οι σημερινές τοπικές  κοινωνίες των νησιών μας και τα παιδιά τους, για να μπορέσουν να εξασφαλισθούν έσοδα για τον κρατικό κορβανά; Και πόσο αξιόπιστες και βάσιμες είναι οι δεσμεύσεις που ακούστηκαν και οι υποσχέσεις που θα έρθουν, αφενός όταν ακούγονται από χείλη εκπροσώπων ενός συστήματος που μας έφεραν σε αυτή τη κατάσταση κι αφετέρου σε εποχές που οτιδήποτε αντιστέκεται σε λογικές άμεσης κερδοφορίας , στην καλύτερη των περιπτώσεων δεν θα δει καν το φως της δημοσιότητας; Κι αν τέλος οι κάθε λογής εφησυχασμοί έναντι τόσων επιμέρους κοινωνικών και περιβαλλοντολογικών προβληματισμών, έχουν ρεαλιστική  βάση, τι νόημα έχουν τα πολλά υποσχόμενα αντισταθμιστικά οφέλη που άλλοτε προσφέρονται, λεκτικά προς το παρόν, απλόχερα και άλλοτε αποτελούν την κύρια επιλογή πολιτικής και διεκδικήσεων των πολιτικών και ίσως αργότερα κάποιων επιχειρηματικών ταγών των νησιών μας και άρα και της Κεφαλονιάς;

Ο βασικός προβληματισμός που πρέπει να επικρατήσει , εάν ποτέ ξεκινήσει μια ουσιαστική και όχι επιφανειακή συζήτηση για το θέμα των κοιτασμάτων του Ιονίου που αφορά άμεσα και την Κεφαλονιά κι αν φυσικά λόγω της συγκυρίας που απαιτεί νοοτροπίες fast truck δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος για αυτό, έχει διττό περιεχόμενο. Από την μια,  τεράστια είναι η σημασία των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε μια ¨παρθένα¨ για τέτοιου είδους φυσική λεηλασία περιοχή και από την άλλη η αλλαγή του προσανατολισμού της τοπικής οικονομίας και κοινωνίας , που από την τουριστική και αγροτοκτηνοτροφική διαμόρφωση θα πρέπει να περάσει ταχύτατα και άρα βίαια σε έναν  άλλου είδους προσανατολισμό. Χωρίς βέβαια να στερείται σημασίας ο ρόλος των λεγόμενων αντισταθμιστικών κινήτρων και ποια θα είναι αυτά. 

Χωρίς μέχρι σήμερα να έχει γίνει οποιαδήποτε σοβαρή προσέγγιση με ανιδιοτελή, μη στρατευμένα και ανεξάρτητα επιστημονικά εργαλεία, προφανώς και δεν μπορεί να προκύψει κανένα σοβαρό επιχείρημα. Ωστόσο η διεθνής εμπειρία αποδεικνύει ότι οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι που συνδέονται με την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν προκύπτουν μόνο από πιθανό ατύχημα στην περιοχή της πετρελαιοπηγής. Σε όλη την παραγωγική διαδικασία (έρευνα, ανόρυξη ερευνητικής γεώτρησης, παραγωγή, επεξεργασία, αποθήκευση, μεταφορά) μπορούν να διαπιστωθούν περιστατικά ρύπανσης, είτε λόγω παράνομων απορρίψεων και ατυχημάτων είτε κατά τις συνηθισμένες λειτουργικές διαδικασίες. Με αυτόν τρόπο καταλήγει στο περιβάλλον μια μεγάλη γκάμα ουσιών, από απορρίμματα, πετρελαιοειδή, μεθάνιο, βαρέα μέταλλα, ραδιενεργές ουσίες κ.α., που οδηγούν στην υποβάθμισή του και ενέχουν κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και τη γενικότερη κοινωνική και οικονομική ευημερία -δύο συνιστώσες που ως γνωστόν συνδέονται άμεσα με τις θαλάσσιες και παράκτιες δραστηριότητες.

Εξ άλλου οι πολύπλευρες δυσμενείς επιπτώσεις που συνδέονται με τις εξορυκτικές δραστηριότητες, ο πεπερασμένος χαρακτήρας των ορυκτών καυσίμων και η ανάγκη για να υπάρξει άμεσα κατάλληλος σχεδιασμός για τη σταδιακή απεξάρτηση από αυτά, αλλά και τα οφέλη που απορρέουν από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού, καταπολέμηση κλιματικών αλλαγών, θέσεις εργασίας), δεν μπορούν πια να αγνοούνται χάριν του συνηθισμένου  κέρδους . Ούτε φυσικά οι επιπτώσεις τους σε άλλους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας , όπως για παράδειγμα ο τουρισμός , που απο τη φήμη και μόνο της ύπαρξης δεξαμενών άντλησης υδατανθράκων, λειτουργεί αποκρουστικά για κάθε σοβαρό διεθνές τουριστικό γραφείο.

Παράλληλα, όταν για χρόνια το δόγμα της όποιας τοπικής ανάπτυξης είχε ως πυλώνες την αγροτο – κτηνοτροφία, την ιχθυοτροφεία και τον τουρισμό, όταν δεκάδες πολίτες του νησιού επένδυσαν κόπο και χρήμα σε προσωπικά επιχειρηματικά οράματα ή απόθεσαν την αγωνία της επιβίωσης τους και το μέλλον των παιδιών τους στους συγκεκριμένους τομείς της τοπικής οικονομίας , όταν το ίδιο το κράτος μέσω επιχορηγήσεων και άλλων κινήτρων ώθησε τους ανθρώπους αυτούς προς την συγκεκριμένη δραστηριότητα,  πως είναι δυνατόν τώρα , με όσα και όποια αντισταθμίσματα τους υποσχεθούν και τους δοθούν , να πρέπει να χαραμίσουν αυτό που έμαθαν καλά και με αξιοπρέπεια να κάνουν, προκειμένου να συμβαδίσουν με το πετρελαϊκό ρεύμα της εποχής. Κι αν αντίλογος σε αυτό είναι ότι δεν θα υπάρξει καμία επίπτωση στην υπάρχουσα οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα και ότι μια πετρελαιοπηγή μερικά μίλια ανοικτά της Κεφαλονιάς σαφέστατα δεν επηρεάζει την κτηνοτροφία στη Φάλαρη ή μια μονάδα ενοικιαζόμενων δωματίων στην Αγ. Ευφημία, εκ του πονηρού δεν αναφέρεται η αυτονόητη μείωση του εισαγόμενου τουρισμού που ανοικτά της Κεφαλλονίτικης ακτογραμμής θα αντικρίζει μια πετρελαιοπηγή ή θα διαβάζει σε τουριστικούς οδηγούς για αυτήν και η μείωση της αξίας των ντόπιων προϊόντων που σε κάθε περίπτωση άλλη είναι τώρα και άλλη θα είναι όταν στην ανάβαση του Αίνου, πίσω απο τα αιγοπρόβατα που βόσκουν,  ως φόντο θα στέκει μια ¨καπνισμένη¨δεξαμενή άντλησης πετρελαίου. 

Σε ο, τι έχει να κάνει τέλος με τα αντισταθμιστικά οφέλη και για τα οποία όταν αυτά σχηματοποιηθούν θα επανέλθουμε, η πολλά υποσχόμενη απορρόφηση εργατικού δυναμικού μάλλον ως πρωταπριλιάτικο αστείο φαντάζει, καθώς οι συγκεκριμένες μονάδες όλων των πετρελαϊκών κολοσσών, απασχολούν εξειδικευμένους επιστήμονες και τεχνικούς και οι μόνοι ¨απαραίτητοι¨ εργάτες ίσως να απορροφηθούν σε εργασίες …ματσακονισμού των δεξαμενών. Ομοίως, η προσφάτως διατυπωθείσα αξίωση των τοπικών αρχόντων του νησιού με στόχο την διεκδίκηση ποσοστού  των εσόδων για ανταποδοτικά έργα  Κεφαλονιάς-Ιθάκης, μάλλον ως πρόχειρο αποκούμπι μιας ενδεχόμενης τοπικής αντίδρασης φαντάζει, καθώς απο τη στιγμή που δεν υπάρχει η συγκεκριμένη ποσοστιαία πρόβλεψη των συνεπειών των εξορύξεων, η διεκδίκηση ποσοστού των εσόδων είναι εντελώς αόριστη και άστοχη, λειτουργεί περισσότερο επικοινωνιακά παρά ουσιαστικά και πιθανόν το ποσοστό που διεκδικείται να μην αρκεί καν να καλύψει τις αρχικές επιπτώσεις όχι των ίδιων των εξορύξεων όταν αυτές ξεκινήσουν, αλλά της φήμης τους και της επίπτωσής της στις ερχόμενες τουριστικές σεζόν.

Είναι περίπου βέβαιο , όπως προκύπτει επιπροσθέτως και απο την προσέγγιση όλων των ανωτέρω, ότι το μέλλον της οικονομικής κρίσης αγνοείται, όπως και η τύχη της. Ίσως η απάντηση γι αυτήν, βρίσκεται στην ερώτηση τι ανάπτυξη επιθυμούμε. Εκείνη που θα μας φέρει για λογαριασμό διεθνών κολοσσών διακομιστές απαρχαιωμένων μορφών ενέργειας στην βόρεια Ευρώπη με εργασιακούς και κοινωνικούς όρους βαθιάς ανατολής  ή μιας ανάπτυξης με όρους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς, φιλική στον άνθρωπο και την ποιότητα ζωής; Eπιδίωξή μας είναι  η ευρύτερη περιοχή μας αλλά και η ίδια η Κεφαλονιά να φημίζεται για αυτό που πραγματικά είναι και παράγει ή να ¨διαφημίζεται¨ για τον αριθμό των βαρελιών που αντλούνται από θαλάσσια οικόπεδα που μπορεί καν να μην της ανήκουν, όταν την ίδια στιγμή τα νησιά των Κυκλάδων θα πρωταγωνιστούν σε μια πρωτοφανή τουριστική έκρηξη λόγω της πιθανής  ¨συναλλαγματικής¨ διαφοράς με άλλους τουριστικούς προορισμούς εντός ή εκτός ευρώ; Κι ακόμη, το ίδιο το κράτος, που πρόσφατα υποσχέθηκε την ¨πράσινη ανάπτυξη¨ και που θα μπορούσε οφέλιμα να την επιτύχει,  με ποια λογική ανέχεται ανιστόρητα, τα γεωτρύπανα της ανάπτυξης που θα επιφέρουν έστω κάποια αύξηση στα δημόσια έσοδα μέσω της φορολογίας των ξένων ομίλων που θα θησαυρίσουν, να βυθίσουν σε υποθαλάσσιες μαύρες τρύπες την μοναδικότητα της χώρας και τον φυσικό της πλούτο που υπο άλλες συνθήκες εθνικής  ανεξαρτησίας θα αποτελούσε την λύση του οικονομικού προβλήματος; 

Οι επικείμενες εκλογές , είναι μια καλή ευκαιρία να αναδείξουν όλα εκείνα τα ζητήματα που απαιτούν άμεση προσέγγιση. Ολοι εκείνοι που θα ζητήσουν την ψήφο των πολιτών της Κεφαλονιάς και της Ιθάκης, οφείλουν έναντι του τόπου που θα εκτεθούν και των κατοίκων του να φέρουν σε πρώτη προτεραιότητα τα θέματα αυτά και να γνωρίζουν την ευθύνη που αναλαμβάνουν.  Κι όλοι εμείς, αφού διεκδικήσουμε την πλήρη και ουσιαστική ενημέρωση και αποφασίσουμε στη συνέχεια για το πως πλέον θέλουμε να ζήσουμε , πρέπει να είμαστε έτοιμοι. Έτοιμοι έτσι ώστε με όσο ζήλο οι θιασώτες της οικονομικής ανάπτυξης, εργάζονται για την διάσωση του συμφέροντός τους , ανάλογα όλοι εμείς να αγωνιστούμε για την δική μας διάσωση όπως και των παιδιών μας. Κι αυτή δεν χρειάζεται γεωτρύπανα , αλλά πιθανόν τύμπανα που θα αφυπνίσουν τις αληθινές παραγωγικές και ουσιαστικές αναπτυξιακές δυνάμεις του τόπου. Και αυτές είναι πολλές και είναι γύρω μας.